- μήδου
- μήδομαιto be mindedpres imperat mp 2nd sg (attic epic doric)μήδομαιto be mindedimperf ind mp 2nd sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Μήδου — Μή̱δου , Μῆδος Mede masc gen sg Μῆδος Mede masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σαρδανάπαλος — Ασσύριος βασιλιάς τον οποίο αναφέρουν πολλοί αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς και ο οποίος ταυτίζεται με το βασιλιά Ασουρμπανιπάλ (668 626 π.Χ.), γιο του Εσαρχαδών. Ο Ασουρμπανιπάλ υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Ασσύριους ηγεμόνες: μετά τη νίκη του… … Dictionary of Greek
Δηιόκης — (; – 653 π.Χ.). Ο πρώτος βασιλιάς των Μήδων (710; 653 π.Χ.). Ήταν γιος του Μήδου φύλαρχου Φραόρτη. Ο Δ. δημιούργησε το πρώτο ενιαίο μηδικό κράτος, όταν ανακηρύχθηκε βασιλιάς και ίδρυσε την πόλη Εκβάτανα, την οποία όρισε πρωτεύουσα. Κλείστηκε όμως … Dictionary of Greek
Κροίσος — (6ος αι. π.Χ.). Ο τελευταίος βασιλιάς της Λυδίας (560 546 π.Χ.). Μετά την ενίσχυση της περσικής δύναμης, που υπήρξε έργο του Κύρου, διαισθάνθηκε την απειλή η οποία δημιουργήθηκε στα παλαιά σύνορα Λυδίας Περσίας στον ποταμό Άλυ (τα οποία είχαν… … Dictionary of Greek